German » Greek

Translations for „απασχόλησης“ in the German » Greek Dictionary

(Go to Greek » German)
διάρκεια f απασχόλησης
σχέση f απασχόλησης
βεβαίωση f απασχόλησης
επίπεδο nt απασχόλησης
δυνατότητα f απασχόλησης
πολιτική f απασχόλησης
εγγύηση f απασχόλησης
απαγόρευση f απασχόλησης
υποχρέωση f απασχόλησης
οργανισμός απασχόλησης m
μορφή f απασχόλησης
προώθηση f της απασχόλησης
ποσοστό nt απασχόλησης γυναικών
Greek » German

Translations for „απασχόλησης“ in the Greek » German Dictionary

(Go to German » Greek)
είδος nt απασχόλησης
τομέας m απασχόλησης
διακυμάνσεις f pl απασχόλησης (σε επιχείρηση)
Fluktuation f sing
είδος nt απασχόλησης
τομέας απασχόλησης
διάρκεια f της απασχόλησης
διάρθρωση f της απασχόλησης ECON

Would you like to add a word, a phrase or a translation?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский