Greek » German

Translations for „επαγγελματικό“ in the Greek » German Dictionary

(Go to German » Greek)

Usage examples with επαγγελματικό

επαγγελματικό οίκημα
επαγγελματικό επιμελητήριο
επαγγελματικό λάθος
επαγγελματικό όχημα (φορτηγό κτλ)
επαγγελματικό καθήκον
επαγγελματικό απόρρητο
επαγγελματικό νόσημα
επαγγελματικό ατύχημα
επαγγελματικό ταξίδι (ως υπάλληλος)
επαγγελματικό μυστικό
επαγγελματικό σωματείο

Would you like to add a word, a phrase or a translation?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский