Greek » German

Translations for „θάλαμος“ in the Greek » German Dictionary

(Go to German » Greek)

θάλαμος [ˈθalamɔs] SUBST m

1. θάλαμος MECH (και γενικά: μικρός χώρος, δωμάτιο):

θάλαμος
Kammer f
θάλαμος αέρος
θάλαμος αερίων
θάλαμος βαλβίδων
θάλαμος δοκιμών
θάλαμος θέρμανσης
θάλαμος καύσης (μηχανής)

2. θάλαμος (καμπίνα):

θάλαμος
Kabine f
σκοτεινός θάλαμος
θάλαμος πιλότου
Cockpit nt
θάλαμος υπό πίεση
τηλεφωνικός θάλαμος

Usage examples with θάλαμος

θάλαμος m σχάσεων
θάλαμος m καύσης
θάλαμος m ηχούς
θάλαμος m αντίδρασης CHEM
θάλαμος m μάγματος
θάλαμος m θέρμανσης
θάλαμος m ιοντισμού
θάλαμος m βορίου
θάλαμος m ανάμειξης TECH
μαγματικός θάλαμος
θάλαμος αέρος
θάλαμος αερίων
θάλαμος δοκιμών
θάλαμος βαλβίδων
θάλαμος θέρμανσης
θάλαμος καύσης (μηχανής)
σκοτεινός θάλαμος
θάλαμος πιλότου

Would you like to add a word, a phrase or a translation?

Submit a new entry.

Choose your language Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский